Στούπα - online παζλ
Στον Βουδισμό μια Στούπα (στα Σανσκριτικά: स्तूप, προφέρεται ως στούπα, στο Θιβετιανό αλφάβητο γράφεται ως མཆོད་རྟེན་ και προφέρεται τσουέτεν, στη Σιναλεζική γλώσσα γράφεται ως දාගැබ ενώ στην γλώσσα Πάλι: थुप και προφέρεται ως θούπα όπου κατά λέξη σημαίνει σωρός ) είναι μια ημισφαιρική αρχιτεκτονική δομή σαν ανάχωμα η οποία περιεχέι κειμήλια Βουδιστών, συνήθως τις στάχτες των μοναχών που έχουν αποτεφρωθεί και χρησιμοποιείται ως μέρος για περισυλλογή-προσευχή. Σήμερα σήμερα ο όρος απευθύνεται κυρίως στον Βουδισμό αλλά αρχικά η αρχιτεκτονική δομή της χρησιμοποιούνται και στον Τζαϊνισμό.
Ετυμολογία
Η λέξη και στούπα στα स्तूप στα Σανσκριτικά μεταφράζεται ως κόμπος ή τούφα από μαλλιά ή το ανώτερο μέρος της κεφαλής ή κορυφή. Ο όρος στούπα όπως και ο όρος τσαϊτγιά (έτσι ονομάζονται οι βουδιστικοί ναοί) προέρχονται από το όρο "τσίτα" που σημαίνει νεκρικός σωρός. Και οι δύο όροι χρησιμοποιούνται για να περιγραφεί το ανάχωμα όπου αποτεφρώθηκε κάποια σημαντική προσωπικότητα (περιέχει στάχτες κάποιου αποτεφρωμένου ιερού προσώπου) και γύρω του έχει ένα ξύλινο διάδρομο. Ο όρος τσαϊτγιά αναφέρεται και στις τελετές που σχετίζονται με αυτό το ανάχωμα ενώ ό όρος στούπα περιγράφει το ανάχωμα.